... κάμηλος , ὁ , u. häufiger ἡ , das Kameel; καμήλοις ἀστραβιζούσαις Aesch. Suppl . 282; Ar. Av . 1559; Her . 1, 80; τοὺς ἔρσενας τῶν καμήλων 3, 105; Folgde; δρομάς Plut. Alex . 31. ...
λείπω (vgl. auch λιμπάνω ), fut . λείψω , ... ... , 1; τὸ ναυτικὸν τὸ ἡμέτερον λεί ψεσϑαι τοῦ ἐκείνων 7, 48; καμήλους ταχυτῆτα οὐ λειπομένους ἵππων 7, 86; ξύνεσιν οὐδενός Thuc . 6 ...
ζεύγνῡμι u. ζευγνύω , ζεύγνυε , Strat . 48 ( ... ... ἅρμα P . 10, 64, wie Plat. Tim . 22 c; καμήλους, ἵππους ὑπ' ἅρματα , Her . 3, 102. 5, 9; ...
ἐπι-σάσσω , att. -σά ... ... διφϑέρας ἐπὶ τοὺς ὄνους Her. 1, 194, vgl. 3, 9; καμήλων ἐπισεσαγμένων τὰ σκεύη , beladene, Poll . 1, 139; ἵππον , ...
παρα-κομίζω , herbeibringen, -schaffen; ... ... τοῖς Ἀϑηναίοις παρεκομίσϑη , Xen. Hell . 5, 4, 61; hinüberschaffen, καμήλους τὰς πεζῇ παρακομιζούσας τὰ σκάφη , D. Sic . 2, 17; ...
ἐπι-κάθ-ημαι (s. ἧμαι ... ... 49, 17, vgl. 36, 7; auch τινά , z. B. καμήλους App. Syr . 32; λόφον ἐπικαϑημένη πόλις , die auf einem ...